- συνδαιτυμών
- el comensal
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
συνδαιτυμόνας — ο, η / συνδαιτυμών, όνος, ὁ, ἡ, ΝΑ πρόσωπο που μετέχει σε γεύμα, ομοτράπεζος. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + δαιτυμών, όνος «ομοτράπεζος» (< δαιτύς «γεύμα»)] … Dictionary of Greek